Ιστορία της Ναυπάκτου
Στα τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια της ιστορίας της, από την κάθοδο των Δωριέων μέχρι σήμερα η Ναύπακτος και η ευρύτερη περιοχή της βρίσκεται πάντα στην πρώτη γραμμή του αγώνα και του πολιτισμού. Η ίδρυση της πανάρχαιας καστροπολιτείας χάνεται στα βάθη των αιώνων, όπου είναι δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ της
Μυθολογίας και της Ιστορίας.
Το άγαλμα της Νίκης, έργο του Παιωνίου από τη Μένδη της Χαλκιδικής, ήταν ανάθημα των Ναυπακτίων και των Μεσσηνίων μετά τη νίκη τους επί των Λακεδαιμονίων στη Σφακτηρία το 421 π.Χ. Είναι ένα από τα αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής. Το μνημείο συνολικού ύψους 10,92 μ. παριστάνει τη φτερωτή θεά, αιθέρια, ανάλαφρη και γεμάτη ζωντάνια να κατεβαίνει από τον Όλυμπο για να αναγγείλει τη νίκη των δύο συμμάχων. Ο λεπτός χιτώνας που κολλά στο κορμί της, αφήνει να διαγράφεται η τέλεια διάπλαση του σώματος. Έχουν καταστραφεί τα φτερά και το ιμάτιο που ανέμιζε προς τα πίσω, καθώς και το πρόσωπο του αγάλματος. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής γλυπτικής που δίνεται η ψευδαίσθηση της πτήσης.
Έτσι η παραθαλάσσια αυτή πολιτεία συνδέθηκε με τις μεγάλες μετακινήσεις των Ηρακλειδών (Δωριέων) στα τέλη του ΙΒ΄π.Χ. αιώνα. Εδώ ναυπήγησαν τα πλοία τους οι Ηρακλείδες για να μπορέσουν να περάσουν αντίπερα στην Πελοπόννησο.
Η επίζηλη στρατηγική της θέση στο στόμιο του κλειστού τότε Κορινθιακού κόλπου ήταν η αιτία να γίνει η Ναύπακτος στη μακραίωνη ιστορική της πορεία το μήλο της έριδας ανάμεσα στους δυνατούς της κάθε εποχής.
Από αποσπάσματα αρχαίων συγγραφέων γίνεται αντιληπτό ότι δεν είναι σχήμα λόγου όταν λέμε ότι η Ναύπακτος βρισκόταν στο κέντρο των διενέξεων της Αρχαίας Ελλάδας και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην Αιτωλική Συμπολιτεία. Λοκροί, Αθηναίοι, Μεσσήνιοι, Αχαιοί, Θηβαίοι, Μακεδόνες, Αιτωλοί εναλλάσσονται στη διαχείριση των τυχών της στη μακραίωνη πορεία της.
Την περίοδο της ρωμαϊκής εξουσίας η Αιτωλία μπήκε σε τροχιά παρακμής και η Ναύπακτος για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν απαντιέται στις γραπτές πηγές της εποχής. Αντίθετα, οι αρχαιολογικές ανασκαφές αποκάλυψαν και συνεχίζουν να αποκαλύπτουν μία πλήρως οργανωμένη πόλη με δρόμους και κτίρια ιδιωτικού και δημόσιου χαρακτήρα της Ρωμαϊκής εποχής γύρω από την περιοχή που βρίσκεται σήμερα το πρώτο Δημοτικό Σχολείο της πόλης.
Στους μεταχριστιανικούς αιώνες, εξ αιτίας βαρβαρικών επιδρομών (Βησιγότθοι, Ούννοι, Νορμανδοί, Σλάβοι, Σαρακηνοί, Βούλγαροι κ.α.), θεομηνιών, σεισμών και άλλων καταστροφών, η Ναύπακτος για πολλούς αιώνες πέρασε σε ιστορική αφάνεια.
Επανήλθε δυναμικά στο ιστορικό προσκήνιο μετά το 1204, όταν αποτέλεσε τμήμα του λεγόμενου Δεσποτάτου της Ηπείρου. Την περίοδο αυτή ο Επίσκοπος Ναυπάκτου και αργότερα Aρτας Ιωάννης Απόκαυκος (1204-1232) διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στην εκκλησιαστική και πολιτική ιστορία του Δεσποτάτου.
Το 1407 η Ναύπακτος κυριεύθηκε από τους Ενετούς, γνώρισε περίοδο εξωραϊσμού και ακμής και μεταβλήθηκε σε εμπορικό κέντρο που συναγωνίσθηκε την εμπορική κίνηση της Πάτρας. Την περίοδο αυτή το κάστρο συντηρήθηκε και πήρε τη μορφή με την οποία το γνωρίζουμε σήμερα.
Μετά από τους Ενετούς ήρθε η σειρά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας να κυριαρχήσει στο βαλκανικό χώρο. Ύστερα από αλλεπάλληλες επιθέσεις των Τούρκων, το 1499 η πόλη παραδόθηκε στο Σουλτάνο Βαγιαζήτ Β΄.
Για την προστασία της Ναυπάκτου οι Τούρκοι κατασκευάζουν τα «Μικρά Δαρδανέλλια», δύο φρούρια στην είσοδο του Κορινθιακού κόλπου, στο Ρίο και στο Αντίρριο.
Ο συνεχής επεκτατισμός των Οθωμανών και ο ορατός πια κίνδυνος για τη Δύση ανάγκασε τους ηγεμόνες των κρατών της Ευρώπης να συνασπιστούν για την αντιμετώπιση του κίνδυνου. Έτσι μετά από επίμονες, επίπονες και πολύμηνες προσπάθειες ο Πάπας Πίος Ε΄ κατόρθωσε να δημιουργήσει τον Ιερό Συνασπισμό. Η Ισπανία, η Βενετία, η Ρώμη, η Σαβοΐα, η Μάλτα, και μερικά ακόμα Ιταλικά κρατίδια συνασπίζονται και αναλαβαίνουν ιερή Σταυροφορία να ανακόψουν την προέλαση των Οθωμανών. Ο χριστιανικός στόλος με αρχιναύαρχο τον Ισπανό πρίγκιπα Δον Χουάν, αδελφό του βασιλιά της Ισπανίας και ο οθωμανικός στόλος με αρχιναύαρχο τον Μουεζίν Ζαντέ Αλή πασά έδωσαν στις 7 Οκτωβρίου 1571 μία φοβερή ναυμαχία στις εκβολές του Αχελώου κοντά στις Εχινάδες που έμεινε στην Ιστορία ως ναυμαχία της Ναυπάκτου. Η νίκη του Χριστιανικού στόλου ήταν σταθμός για την περαιτέρω πορεία του Δυτικού πολιτισμού.
Μετά την ναυμαχία αυτή στην Ναύπακτο συγκεντρώθηκαν πολλοί πειρατές από τη Μεσόγειο, μετατρέποντάς την σε «Μικρό Αλγέρι».
Το 1687 ο Βενετός Μοροζίνι μαζί με Αυστριακούς συμμάχους απέσπασε τη Ναύπακτο από τους Τούρκους και την παραχώρησε στους Ενετούς. Ακολούθησε μια δεύτερη μικρή περίοδος Ενετοκρατίας (1687- 1701). Το 1701 η Ναύπακτος παραδόθηκε στους Τούρκους σύμφωνα με τη συνθήκη του Κάρλοβιτς και έμεινε σκλαβωμένη μέχρι τον Απρίλιο του 1829.
Όταν, το 1821, ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση η Ναύπακτος χρησιμοποιήθηκε από τους Τούρκους ως στρατιωτική βάση λόγω των ισχυρών οχυρώσεων της. Αυτή ήταν η αιτία που απελευθερώθηκε τον τελευταίο χρόνο του Αγώνα. Στις 18 Απριλίου 1829 μη μπορώντας ν’ αντέξουν οι Τούρκοι και οι Αλβανοί την πολιορκία των ελληνικών δυνάμεων, παρέδωσαν τη Ναύπακτο στον έλληνα κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια.
Μετά την απελευθέρωσή της ο πληρεξούσιος τοποτηρητής και αδελφός του κυβερνήτη Αυγουστίνος Καποδίστριας και οι διοικητικές, στρατιωτικές και πολιτικές αρχές της επαρχίας και της πόλης ανάπτυξαν σημαντικές δραστηριότητες και διευθέτησαν τη διοικητική και στρατιωτική οργάνωση. Με ψήφισμα της Ε΄ Εθνοσυνέλευσης του 1832 αποφασίσθηκε η εγκατάσταση και παραχώρηση κατοικιών και εθνικής γης σε 500 περίπου Σουλιώτες και άλλους Ηπειρώτες.
Με αυτές τις βάσεις η Ναύπακτος και η περιοχή της άρχισε τη νέα περίοδο της ελεύθερης ζωής της μέσα στο νεοελληνικό κρατίδιο προσφέροντας τις υπηρεσίες της στους μεταγενέστερους εθνικο-απελευθερωτικούς και κοινωνικούς αγώνες του Νεότερου Ελληνικού Κράτους.
Με το Διάταγμα της 31-8-1949 (ΦΕΚ 202 τ. Α΄ ) η Ναύπακτος χαρακτηρίσθηκε τουριστική πόλη. Επίσης με την Φ. 31\5434\3888 από 18-2-1973 απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού χαρακτηρίσθηκε ως τόπος ιστορικός και ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους...Μουσεία
Ναύπακτος
Ανηφορίζοντας στα πλακόστρωτο δρομάκια βόρεια της πλατείας του Λιμανιού θα βρεθείτε μπροστά από ένα κτιριακό συγκρότημα με επιβλητική μορφή, το οποίο προκαλεί την προσοχή και το ενδιαφέρον του καθένα που το βλέπει για πρώτη φορά. Είναι ο “Πύργος Μπότσαρη“. Το κτίριο αυτό, κτισμένο σε δύο φάσεις το 15ο και 16ο αιώνα χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές για τη στέγαση των εκάστοτε ηγεμόνων της πόλης αυτής. Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ναυπάκτου, το 1829, το κτίριο αυτό ήρθε στην κατοχή του σουλιώτη στρατηγού Νότη Μπότσαρη. Σήμερα ο πύργος ανήκει στο «Ίδρυμα Δημητρίου και Αίγλης Μπότσαρη», και φιλοξενείται διαρκής έκθεση αντιγράφων από πίνακες, χάρτες και σχεδιάσματα που έχουν σχέση με τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571 μ.Χ.)
Στην πλατεία Δήμου Φαρμάκη, στο κέντρο της πόλης, θα βρείτε παραδοσιακά καφενεία και εστιατόρια. Δίπλα από την πλατεία βρίσκεται ένα αξιόλογο ιδιωτικό μουσείο, το «Μουσείο κειμηλίων 1821-Φαρμάκη» με πολύτιμα εκθέματα του απελευθερωτικού αγώνα της οικογένειας Φαρμάκη.
Πλάτανος
Τo 1976 ο Πλατανιώτης γιατρός Νίκος Παπανικολάου είχε την έμπνευση να συγκεντρώσει μερικά αντικείμενα λαϊκής τέχνης, παλιά βιβλία, φωτογραφίες και ότι άλλο έκρινε πως άξιζε για έκθεση, αγόρασε μια κούκλα πού την έντυσε Πλατανιώτισσα για να τη βάλει στη βιτρίνα, έγραψε μια ταμπέλα με τις λέξεις “Λαϊκή Τέχνη” κι έστησε στην πλατεία τού χωριού ένα μικρό “Μουσείο”. Έτσι τουλάχιστον τού άρεσε να το λέει χωρίς να το πιστεύει.
Τότε, νοίκιασε ένα κλειστό μαγαζί της πλατείας και μετέφερε τη “Λαϊκή Τέχνη” σ’ αυτό. Όμως του άλλαξε την ταμπέλα. Το ονόμασε “Μουσείο” και μέσα στον ίδιο χώρο στέγασε τον Τουριστικό και Εξωραϊστικό Όμιλο του χωριού και μια υποτυπώδη βιβλιοθήκη. Πρόσθεσε μια συσκευή τηλεόρασης, που τότε λίγες υπήρχαν στο χωριό και κινηματογραφική μηχανή προβολής ταινιών, για να περνούν τα χειμωνιάτικα βράδια οι τότε νέοι του χωριού, μια και το καφενείο έκλεινε νωρίς. Καμάρωνε o γιατρός για το δημιούργημά του, όπως και όλοι οι Πλατανιώτες όταν και πάλι ο χώρος του κρίθηκε ανεπαρκής από τη συγκέντρωση εκθεμάτων.
Τότε εμφανίζεται ο φίλος και συνάδελφός του Αριστείδης Δημητρακόπουλος, που τόσα πρόσφερε στο χωριό ως πρόεδρος της Κοινότητας και δωρίζει το μαγαζί του πατέρα του στον Τουριστικό και Εξωραϊστικό Όμιλο του χωριού για να στεγαστεί το σημερινό Λαογραφικό Μουσείο (χωρίς εισαγωγικά πλέον) που αποτελεί κόσμημα του Πλατάνου.
Μοναστήρια
Τα μοναστήρια πάντα ασκούσαν σημαντική επίδραση στην περιοχή τους που εκδηλωνόταν με πολλούς τρόπους ανάλογα με την προσωπικότητα των μοναχών, την τοποθεσία που βρίσκονταν, τη βοήθεια που έδιναν στους περαστικούς, την καθοδήγηση των κατοίκων σε κρίσιμες περιόδους, την εκπαιδευτική τους προσπάθεια, την σημασία τους σαν κέντρων συνάντησης των κατοίκων κ.λ.π.
Στην περιοχή της Ναυπάκτου λειτούργησαν από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ίσως και από παλαιότερα, το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου, γνωστό με την προσωνυμία «Βομβοκούς». Το καθολικό του μοναστηριού παρουσιάζει αρχιτεκτονικό, γλυπτικό και ζωγραφικό ενδιαφέρον. Από την επιγραφή που σώζεται μαθαίνουμε ότι στα 1695 κτίσθηκε πάνω στα θεμέλια παλιού ναού. Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για τη δράση και προσφορά του μοναστηριού. Το 1833 διαλύθηκε με διάταγμα του βασιλιά Όθωνα. Σήμερα 2 μοναχές υπηρετούν και συντηρούν το μοναστήρι.
Στην ανατολική πλευρά του χωριού Σκάλας (4 χλμ.) βρίσκεται μια σύγχρονη μοναστική κοινότητα τηςΜεταμόρφωσης του Σωτήρα. Το μοναστήρι άρχισε να κτίζεται το 1977 με έσοδα κυρίως από συνδρομές Ναυπακτιτών του εσωτερικού και του εξωτερικού. Το μοναστηριακό συγκρότημα σήμερα αποτελείται από το ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, το γηροκομείο- νοσοκομείο, τους κοινούς χώρους, τα κελιά των μοναχών, τον ξενώνα της μονής και τη μεγάλη αίθουσα συνεδρίων. Η αδελφότητα της μονής αυξάνεται συνεχώς και σήμερα ο αριθμός των μοναχών έχει ξεπεράσει τους είκοσι πέντε, που ζουν κοινοβιακά.
Αμέσως μετά το χείμαρρο Σκα στη θέση Δένδρο Ναυπάκτου υπάρχει η Μονή Παναγίας Γοργοεπικόου, που ιδρύθηκε το 1951 από τον Αρχιμανδρίτη Αρσένιο Κουμπούγια. Πρόκειται για ένα πραγματικό Ησυχαστήριο με σημαντικό κοινωνικό και θρησκευτικό έργο. Σήμερα υπηρετούν σε διάφορα διακονήματα της Μονής 12 μοναχές.
Το ενεργό ανδρικό Μοναστήρι Παναγία Αμπελακιώτισσα με πολλών αιώνων ιστορία που παραδίδεται ότι κτίστηκε το 1456 μ.Χ., θεωρείται η “Κιβωτός της Ναυπακτίας”, αφού φυλάσσει ανεκτίμητα κειμήλια, όπως την εικόνα της Παναγιάς, τη δεξιά χέρα του Αγίου Πολυκάρπου, τον επιτάφιο της Μαριώρας (1735), το αξιόλογο ξυλόγλυπτο τέμπλο (1871 – 1874), αργυρή λειψανοθήκη (1470) κτλ. Το κομψό καθολικό με τα διακοσμητικά λιθανάγλυφα κτίστηκε το 1847. Το δεύτερο είναι ο ενοριακός ναός Άγιος Νικόλαος. Ανακαινίσθηκε το 1744. Το 1880 επιμηκύνθηκε ο ναός προς τα δυτικά και προστέθηκε ο γυναικωνίτης. Εκπληκτικής τεχνικής είναι το ξυλόγλυπτο τέμπλο που φιλοτεχνήθηκε το 1748 από τον ντόπιο τεχνίτη Αθανάσιο [Δαμιανό]
Στην περιφέρεια του γειτονικού δήμου Δωρίδως, στο 21ο χιλιόμετρο του επαρχιακού δρόμου Ναυπάκτου – Λιδωρικίου υπάρχει διακλάδωση, η οποία μετά από 6 χιλιόμετρα μας οδηγεί στο ιστορικό μοναστήρι της Βαρνάκοβας. Το μοναστήρι βρίσκεται μέσα σ’ ένα μαγευτικό, γαλήνιο και πανοραμικό τοπίο γεμάτο βλάστηση και πανύψηλα δένδρα. Η Μονή Βαρνάκοβας είναι ένα από τα αρχαιότερα μοναστικά κέντρα της Ελλάδας. Ιδρύθηκε το 1077 μ.Χ. από τον Όσιο Αρσένιο τον Βερνικοβίτη.
Οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου Κομνηνοί καθώς επίσης οι δεσπότες του Δεσποτάτου της Ηπείρου Άγγελοι Κομνηνοί και Παλαιολόγοι συνέδεσαν το όνομά τους με μια σειρά αφιερώσεων στο μοναστήρι. Στον Απελευθερωτικό Αγώνα του Έθνους, το μοναστήρι προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες. Το ανατίναξε ο Κιουταχής το 1826 και το ανοικοδόμησε ο Ιωάννης Καποδίστριας το 1831. Πρόσφατα άρχισε να ανακαινίζεται ριζικά, με την παρουσία οργανωμένης και δραστήριας γυναικείας Αδελφότητας.
ΜΟΝΕΣ ΚΟΝΤΑ ΣΤΗ ΝΑΥΠΑΚΤΟ | ΑΠΟΣΤΑΣΗ | ΤΗΛΕΦΩΝΟ |
Μονή Αγ. Ιωάννη Βομβοκούς | 15 χλμ. | 26340 27401 |
Μονή Παναγίας Γοργοεπηκόου | 02 χλμ. | 26340 27688 |
Μονή Μεταμόρφωσης Σωτήρος | 05 χλμ. | 26340 22324 |
Μονή Βαρνάκοβας | 27 χλμ. | 26340 51030 |
Μονή Αγ. Νεκταρίου | 14 χλμ. | 26340 44391 |
Μονή Αγ. Αυγουστίνου & Σεραφείμ Σαρώφ Τρικόρφου | 18 χλμ. | 26340 44381 |
κείμενο: Γιάννης Χαλάτσης
ΠΗΓΗ nafpaktos.gr