Από τις συχνότερες αιτίες επίσκεψης σε εξειδικευμένο για τα προβλήματα της φωνής ιατρό αποτελεί η λειτουργική δυσφωνία.
Ως λειτουργικές,
χαρακτηρίζονται διαταραχές της φωνής όπως
βράχνιασμα, εύκολη κόπωση, αλλαγές της χροιάς, ή ακόμη και η αφωνία ( εντελώς "κλειστή" φωνή)
όταν η εξέταση
του λάρυγγα είναι φυσιολογική, ή όταν ακόμη και αν διαπιστώνεται
κάποια οργανική πάθηση όπως οζίδια, πολύποδες, οίδημα, μειωμένη κινητικότητα και φλεγμονή, αυτή δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον βαθμό
δυσλειτουργίας που παρουσιάζει ο ασθενής.
Η κατανόηση και η αντιμετώπιση της νόσου είναι επομένως εφικτή μόνο σε ένα ευρύ πλαίσιο σκέψης που αναγνωρίζει ως σημαντικά όχι μόνο τα βιολογικά αλλά και τα ψυχολογικά και κοινωνικά αίτια.
Σύμφωνα με στατιστικές μελέτες, οι γυναίκες νοσούν
έξι έως εννέα φορές περισσότερο από τους άντρες, ενώ οι υπόλοιποι παράγοντες επιδρούν σε τρία διαδοχικά στάδια:
Η προδιάθεση αφορά άτομα με τάση για νευρωτική, εσωστρεφή / καταθλιπτική προσωπικότητα με πρόσφατη εμπειρία ενός δυσάρεστου γεγονότος. Οι ψυχιατρικές διαταραχές είναι σπάνιες ενώ πιθανώς να υπάρχει ιστορικό και άλλων
ανεξήγητων ιατρικών συμπτωμάτων όπως το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου και ο χρόνιος πόνος.
Η εκδήλωση πυροδοτείται από γεγονότα ή διλήμματα για τα οποία ο ενδιαφερόμενος είναι δύσκολο να πράξει ή να εκφραστεί.
Η συνύπαρξη άγχους και επιμονής
ως στάση
ζωής στην αντιμετώπιση των προκλήσεων διεγείρει μονίμως το αυτόνομο νευρικό σύστημα οδηγώντας σε μακροχρόνιες συνέπειες, από τις οποίες η δυσφωνία μπορεί να είναι η πιο προφανής σίγουρα όμως όχι η μοναδική.
Ο μηχανισμός συντήρησης βασίζεται στην σύμπραξη βιολογικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων.
Οι ασθενείς της λειτουργικής δυσφωνίας,
περιγράφοντας τους εαυτούς τους ως
ευσυνείδητα / τελειομανή άτομα που έχουν επιμείνει σκληρά να ανταπεξέλθουν σε καταστάσεις και νιώθουν μονίμως χαμηλά αποθέματα φυσικής και
πνευματικής ενέργειας, αναδεικνύουν την τελειομανία και την ψυχοσωματική εξάντληση ως δυο ακόμη
παράγοντες παθογένειας.
Ειδικότερα η τελειομανία υποδιαιρείται σε υγιή, η οποία αφορά υψηλές προσωπικές προσδοκίες και οργανωτικότητα και συσχετίζεται με την ευσυνειδησία καθώς επίσης και σε μη υγιή, η οποία συνδέεται με την γονική επιρροή, την έντονη αυτοκριτική για την κατάκτηση των υψηλών προσδοκιών, την απογοήτευση από τις προσωπικές επιδόσεις και συσχετίζεται με τη νεύρωση.
Η μη υγιής τελειομανία τροφοδοτεί τον φαύλο κύκλο της αυτοσυντήρησης της νόσου μιας και η έντονα αρνητική αυτοκριτική οδηγεί στην υιοθέτηση του μοντέλου συμπεριφοράς "όλα ή τίποτα" και επομένως στην μη χρήση της φωνής ή
στην καταπόνησή της κάτω από έντονο άγχος, στην κοινωνική απομόνωση, την καταθλιπτική διάθεση, στην απραξία και ξανά στην αρχή της αλυσίδας αρνητικών σκέψεων.
Η πρόοδος των ερευνών στην κατανόηση της παθογένεσης
δεν
μειώνει σε καμία περίπτωση την εξατομίκευση της θεραπείας. Κάθε ασθενής βιώνει ένα μοναδικό συνδυασμό καταστάσεων που τον οδηγούν στην λειτουργική δυσφωνία, τον οποίο ο θεραπευτής θα πρέπει να αποκαλύψει προκειμένου να διακόψει τον φαύλο κύκλο αυτοσυντήρησης.
Η χρήση στρατηγικών για σωστή χρήση φωνής καθώς και η ενθάρρυνση συναισθηματικής έκφρασης θα συμπληρώσουν μια επιτυχημένη θεραπευτική προσέγγιση.
Από τις συχνότερες αιτίες επίσκεψης σε εξειδικευμένο για τα προβλήματα της φωνής ιατρό αποτελεί η λειτουργική δυσφωνία.
Ως λειτουργικές,
χαρακτηρίζονται διαταραχές της φωνής όπως βράχνιασμα, εύκολη κόπωση, αλλαγές της χροιάς, ή ακόμη και η αφωνία ( εντελώς "κλειστή" φωνή)
όταν η εξέταση
του λάρυγγα είναι φυσιολογική, ή όταν ακόμη και αν διαπιστώνεται
κάποια οργανική πάθηση όπως οζίδια, πολύποδες, οίδημα, μειωμένη κινητικότητα και φλεγμονή, αυτή δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον βαθμό
δυσλειτουργίας που παρουσιάζει ο ασθενής. Η κατανόηση και η αντιμετώπιση της νόσου είναι επομένως εφικτή μόνο σε ένα ευρύ πλαίσιο σκέψης που αναγνωρίζει ως σημαντικά όχι μόνο τα βιολογικά αλλά και τα ψυχολογικά και κοινωνικά αίτια. Σύμφωνα με στατιστικές μελέτες, οι γυναίκες νοσούν
έξι έως εννέα φορές περισσότερο από τους άντρες, ενώ οι υπόλοιποι παράγοντες επιδρούν σε τρία διαδοχικά στάδια: Η προδιάθεση αφορά άτομα με τάση για νευρωτική, εσωστρεφή / καταθλιπτική προσωπικότητα με πρόσφατη εμπειρία ενός δυσάρεστου γεγονότος. Οι ψυχιατρικές διαταραχές είναι σπάνιες ενώ πιθανώς να υπάρχει ιστορικό και άλλων
ανεξήγητων ιατρικών συμπτωμάτων όπως το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου και ο χρόνιος πόνος. Η εκδήλωση πυροδοτείται από γεγονότα ή διλήμματα για τα οποία ο ενδιαφερόμενος είναι δύσκολο να πράξει ή να εκφραστεί. Η συνύπαρξη άγχους και επιμονής
ως στάση
ζωής στην αντιμετώπιση των προκλήσεων διεγείρει μονίμως το αυτόνομο νευρικό σύστημα οδηγώντας σε μακροχρόνιες συνέπειες, από τις οποίες η δυσφωνία μπορεί να είναι η πιο προφανής σίγουρα όμως όχι η μοναδική. Ο μηχανισμός συντήρησης βασίζεται στην σύμπραξη βιολογικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων. Οι ασθενείς της λειτουργικής δυσφωνίας,
περιγράφοντας τους εαυτούς τους ως
ευσυνείδητα / τελειομανή άτομα που έχουν επιμείνει σκληρά να ανταπεξέλθουν σε καταστάσεις και νιώθουν μονίμως χαμηλά αποθέματα φυσικής και
πνευματικής ενέργειας, αναδεικνύουν την τελειομανία και την ψυχοσωματική εξάντληση ως δυο ακόμη
παράγοντες παθογένειας. Ειδικότερα η τελειομανία υποδιαιρείται σε υγιή, η οποία αφορά υψηλές προσωπικές προσδοκίες και οργανωτικότητα και συσχετίζεται με την ευσυνειδησία καθώς επίσης και σε μη υγιή, η οποία συνδέεται με την γονική επιρροή, την έντονη αυτοκριτική για την κατάκτηση των υψηλών προσδοκιών, την απογοήτευση από τις προσωπικές επιδόσεις και συσχετίζεται με τη νεύρωση. Η μη υγιής τελειομανία τροφοδοτεί τον φαύλο κύκλο της αυτοσυντήρησης της νόσου μιας και η έντονα αρνητική αυτοκριτική οδηγεί στην υιοθέτηση του μοντέλου συμπεριφοράς "όλα ή τίποτα" και επομένως στην μη χρήση της φωνής ή
στην καταπόνησή της κάτω από έντονο άγχος, στην κοινωνική απομόνωση, την καταθλιπτική διάθεση, στην απραξία και ξανά στην αρχή της αλυσίδας αρνητικών σκέψεων. Η πρόοδος των ερευνών στην κατανόηση της παθογένεσης
δεν μειώνει σε καμία περίπτωση την εξατομίκευση της θεραπείας. Κάθε ασθενής βιώνει ένα μοναδικό συνδυασμό καταστάσεων που τον οδηγούν στην λειτουργική δυσφωνία, τον οποίο ο θεραπευτής θα πρέπει να αποκαλύψει προκειμένου να διακόψει τον φαύλο κύκλο αυτοσυντήρησης.
Η χρήση στρατηγικών για σωστή χρήση φωνής καθώς και η ενθάρρυνση συναισθηματικής έκφρασης θα συμπληρώσουν μια επιτυχημένη θεραπευτική προσέγγιση.
press-gr.blogspot.gr
Ως λειτουργικές,
χαρακτηρίζονται διαταραχές της φωνής όπως
βράχνιασμα, εύκολη κόπωση, αλλαγές της χροιάς, ή ακόμη και η αφωνία ( εντελώς "κλειστή" φωνή)
όταν η εξέταση
του λάρυγγα είναι φυσιολογική, ή όταν ακόμη και αν διαπιστώνεται
κάποια οργανική πάθηση όπως οζίδια, πολύποδες, οίδημα, μειωμένη κινητικότητα και φλεγμονή, αυτή δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον βαθμό
δυσλειτουργίας που παρουσιάζει ο ασθενής.
Η κατανόηση και η αντιμετώπιση της νόσου είναι επομένως εφικτή μόνο σε ένα ευρύ πλαίσιο σκέψης που αναγνωρίζει ως σημαντικά όχι μόνο τα βιολογικά αλλά και τα ψυχολογικά και κοινωνικά αίτια.
Σύμφωνα με στατιστικές μελέτες, οι γυναίκες νοσούν
έξι έως εννέα φορές περισσότερο από τους άντρες, ενώ οι υπόλοιποι παράγοντες επιδρούν σε τρία διαδοχικά στάδια:
Η προδιάθεση αφορά άτομα με τάση για νευρωτική, εσωστρεφή / καταθλιπτική προσωπικότητα με πρόσφατη εμπειρία ενός δυσάρεστου γεγονότος. Οι ψυχιατρικές διαταραχές είναι σπάνιες ενώ πιθανώς να υπάρχει ιστορικό και άλλων
ανεξήγητων ιατρικών συμπτωμάτων όπως το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου και ο χρόνιος πόνος.
Η εκδήλωση πυροδοτείται από γεγονότα ή διλήμματα για τα οποία ο ενδιαφερόμενος είναι δύσκολο να πράξει ή να εκφραστεί.
Η συνύπαρξη άγχους και επιμονής
ως στάση
ζωής στην αντιμετώπιση των προκλήσεων διεγείρει μονίμως το αυτόνομο νευρικό σύστημα οδηγώντας σε μακροχρόνιες συνέπειες, από τις οποίες η δυσφωνία μπορεί να είναι η πιο προφανής σίγουρα όμως όχι η μοναδική.
Ο μηχανισμός συντήρησης βασίζεται στην σύμπραξη βιολογικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων.
Οι ασθενείς της λειτουργικής δυσφωνίας,
περιγράφοντας τους εαυτούς τους ως
ευσυνείδητα / τελειομανή άτομα που έχουν επιμείνει σκληρά να ανταπεξέλθουν σε καταστάσεις και νιώθουν μονίμως χαμηλά αποθέματα φυσικής και
πνευματικής ενέργειας, αναδεικνύουν την τελειομανία και την ψυχοσωματική εξάντληση ως δυο ακόμη
παράγοντες παθογένειας.
Ειδικότερα η τελειομανία υποδιαιρείται σε υγιή, η οποία αφορά υψηλές προσωπικές προσδοκίες και οργανωτικότητα και συσχετίζεται με την ευσυνειδησία καθώς επίσης και σε μη υγιή, η οποία συνδέεται με την γονική επιρροή, την έντονη αυτοκριτική για την κατάκτηση των υψηλών προσδοκιών, την απογοήτευση από τις προσωπικές επιδόσεις και συσχετίζεται με τη νεύρωση.
Η μη υγιής τελειομανία τροφοδοτεί τον φαύλο κύκλο της αυτοσυντήρησης της νόσου μιας και η έντονα αρνητική αυτοκριτική οδηγεί στην υιοθέτηση του μοντέλου συμπεριφοράς "όλα ή τίποτα" και επομένως στην μη χρήση της φωνής ή
στην καταπόνησή της κάτω από έντονο άγχος, στην κοινωνική απομόνωση, την καταθλιπτική διάθεση, στην απραξία και ξανά στην αρχή της αλυσίδας αρνητικών σκέψεων.
Η πρόοδος των ερευνών στην κατανόηση της παθογένεσης
δεν
μειώνει σε καμία περίπτωση την εξατομίκευση της θεραπείας. Κάθε ασθενής βιώνει ένα μοναδικό συνδυασμό καταστάσεων που τον οδηγούν στην λειτουργική δυσφωνία, τον οποίο ο θεραπευτής θα πρέπει να αποκαλύψει προκειμένου να διακόψει τον φαύλο κύκλο αυτοσυντήρησης.
Η χρήση στρατηγικών για σωστή χρήση φωνής καθώς και η ενθάρρυνση συναισθηματικής έκφρασης θα συμπληρώσουν μια επιτυχημένη θεραπευτική προσέγγιση.
Από τις συχνότερες αιτίες επίσκεψης σε εξειδικευμένο για τα προβλήματα της φωνής ιατρό αποτελεί η λειτουργική δυσφωνία.
Ως λειτουργικές,
χαρακτηρίζονται διαταραχές της φωνής όπως βράχνιασμα, εύκολη κόπωση, αλλαγές της χροιάς, ή ακόμη και η αφωνία ( εντελώς "κλειστή" φωνή)
όταν η εξέταση
του λάρυγγα είναι φυσιολογική, ή όταν ακόμη και αν διαπιστώνεται
κάποια οργανική πάθηση όπως οζίδια, πολύποδες, οίδημα, μειωμένη κινητικότητα και φλεγμονή, αυτή δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον βαθμό
δυσλειτουργίας που παρουσιάζει ο ασθενής. Η κατανόηση και η αντιμετώπιση της νόσου είναι επομένως εφικτή μόνο σε ένα ευρύ πλαίσιο σκέψης που αναγνωρίζει ως σημαντικά όχι μόνο τα βιολογικά αλλά και τα ψυχολογικά και κοινωνικά αίτια. Σύμφωνα με στατιστικές μελέτες, οι γυναίκες νοσούν
έξι έως εννέα φορές περισσότερο από τους άντρες, ενώ οι υπόλοιποι παράγοντες επιδρούν σε τρία διαδοχικά στάδια: Η προδιάθεση αφορά άτομα με τάση για νευρωτική, εσωστρεφή / καταθλιπτική προσωπικότητα με πρόσφατη εμπειρία ενός δυσάρεστου γεγονότος. Οι ψυχιατρικές διαταραχές είναι σπάνιες ενώ πιθανώς να υπάρχει ιστορικό και άλλων
ανεξήγητων ιατρικών συμπτωμάτων όπως το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου και ο χρόνιος πόνος. Η εκδήλωση πυροδοτείται από γεγονότα ή διλήμματα για τα οποία ο ενδιαφερόμενος είναι δύσκολο να πράξει ή να εκφραστεί. Η συνύπαρξη άγχους και επιμονής
ως στάση
ζωής στην αντιμετώπιση των προκλήσεων διεγείρει μονίμως το αυτόνομο νευρικό σύστημα οδηγώντας σε μακροχρόνιες συνέπειες, από τις οποίες η δυσφωνία μπορεί να είναι η πιο προφανής σίγουρα όμως όχι η μοναδική. Ο μηχανισμός συντήρησης βασίζεται στην σύμπραξη βιολογικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων. Οι ασθενείς της λειτουργικής δυσφωνίας,
περιγράφοντας τους εαυτούς τους ως
ευσυνείδητα / τελειομανή άτομα που έχουν επιμείνει σκληρά να ανταπεξέλθουν σε καταστάσεις και νιώθουν μονίμως χαμηλά αποθέματα φυσικής και
πνευματικής ενέργειας, αναδεικνύουν την τελειομανία και την ψυχοσωματική εξάντληση ως δυο ακόμη
παράγοντες παθογένειας. Ειδικότερα η τελειομανία υποδιαιρείται σε υγιή, η οποία αφορά υψηλές προσωπικές προσδοκίες και οργανωτικότητα και συσχετίζεται με την ευσυνειδησία καθώς επίσης και σε μη υγιή, η οποία συνδέεται με την γονική επιρροή, την έντονη αυτοκριτική για την κατάκτηση των υψηλών προσδοκιών, την απογοήτευση από τις προσωπικές επιδόσεις και συσχετίζεται με τη νεύρωση. Η μη υγιής τελειομανία τροφοδοτεί τον φαύλο κύκλο της αυτοσυντήρησης της νόσου μιας και η έντονα αρνητική αυτοκριτική οδηγεί στην υιοθέτηση του μοντέλου συμπεριφοράς "όλα ή τίποτα" και επομένως στην μη χρήση της φωνής ή
στην καταπόνησή της κάτω από έντονο άγχος, στην κοινωνική απομόνωση, την καταθλιπτική διάθεση, στην απραξία και ξανά στην αρχή της αλυσίδας αρνητικών σκέψεων. Η πρόοδος των ερευνών στην κατανόηση της παθογένεσης
δεν μειώνει σε καμία περίπτωση την εξατομίκευση της θεραπείας. Κάθε ασθενής βιώνει ένα μοναδικό συνδυασμό καταστάσεων που τον οδηγούν στην λειτουργική δυσφωνία, τον οποίο ο θεραπευτής θα πρέπει να αποκαλύψει προκειμένου να διακόψει τον φαύλο κύκλο αυτοσυντήρησης.
Η χρήση στρατηγικών για σωστή χρήση φωνής καθώς και η ενθάρρυνση συναισθηματικής έκφρασης θα συμπληρώσουν μια επιτυχημένη θεραπευτική προσέγγιση.
press-gr.blogspot.gr