Με αφορμή την «Παγκόσμια Ημέρα Πόλεων» που γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 31 Οκτωβρίου, με στόχο να κινητοποιήσει την παγκόσμια κοινή γνώμη για θέματα που συνδέονται με την παγκόσμια αστικοποίηση, «φωτίζουμε» το φαινόμενο των μεγαπόλεων (megacities). Οι πόλεις-μεγαθήρια που εχουν δηλαδή συνολικό πληθυσμό άνω των δέκα εκατομμυρίων, αντιμετωπίζουν τεράστιες προκλήσεις λόγω του μεγέθους τους, παράλληλα όμως γεννούν μεγάλες ευκαιρίες σε έναν κόσμο που αλλάζει διαρκώς.
«Τι είναι η πόλη, αν όχι οι άνθρωποι;» αναρωτιόταν αιώνες πριν ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ, εκφράζοντας την κοινή πλέον πεποίθηση αρχιτεκτόνων, πολεοδόμων αλλά και εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ ότι το μέλλον της πόλεων που εξελίσσονται και αλλάζουν ραγδαία, είναι το ίδιο το μέλλον του πλανήτη.
Με δεδομένο οτι 10 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα «στριμωχθούν» στις αστικές περιοχές μέχρι τα μέσα του αιώνα, ο πλανήτης θα αποκτήσει τουλάχιστον 14 νέες μεγαπόλεις, που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν απειλές όπως η επισιτιστική κρίση και η έλλειψη υδάτινων πόρων, οι συγκρούσεις και τα υψηλά ποσοστά εγκληματικότητας, καθώς και αλλαγές που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, όπως οι πλημμύρες και η ξηρασία.
Αυτές οι «πόλεις-κράτη», η καθεμία με πληθυσμό που θα ξεπερνά τα 10 εκατομμύρια μέχρι το 2050, θα προστεθούν στις 33 ήδη υπάρχουσες μεγαλουπόλεις. Οι οικολογικές απειλές και η έλλειψη κοινωνικού ιστού σήμερα καθιστούν την εμφάνισή τους και τον γρήγορο ρυθμό αστικοποίησης μη βιώσιμο, προειδοποιεί έκθεση που δημοσιεύθηκε πρόσφατα από το παγκόσμιο think tank Ινστιτούτο για την Οικονομία και την Ειρήνη (ΙΕΡ).
Αναδυόμενες Μεγαπόλεις
Οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες πόλεις βρίσκονται στην υποσαχάρια Αφρική που προβλέπεται να φιλοξενήσει 2,1 δισεκατομμύρια ανθρώπους τις επόμενες τρεις δεκαετίες. Η περιοχή περιλαμβάνει πέντε από τις 20 «πιο επικίνδυνες» αναδυόμενες και υπάρχουσες μεγαπόλεις, σύμφωνα με την έκθεση. Οι λιγότερο βιώσιμες θεωρούνται η Κινσάσα στο Κονγκό, το Ναϊρόμπι στην Κένυα και το Λάγος στη Νιγηρία, που θα μπορούσαν να δουν τον πληθυσμό τους να αυξάνεται κατά τουλάχιστον 80%.
Στη Νότια Ασία εν τω μεταξύ, όλες οι μεγαπόλεις θα δουν τον πληθυσμό τους να αυξάνεται κατά τουλάχιστον 50%. Τουλάχιστον οκτώ αναφέρονται στην έκθεση ως μεταξύ των λιγότερο βιώσιμων. Ανάμεσά τους η Ντάκα στο Μπαγκλαντές, η Λαχόρη στο Πακιστάν και η Καλκούτα και το Δελχί στην Ινδία. «Γενικά, βρίσκονται σε χώρες χαμηλού εισοδήματος όπου μαίνονται συρράξεις και δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τη ραγδαία ανάπτυξη», λέει ο ιδρυτής του IEP, Στιβ Κιλελέα.
Η έλλειψη επενδύσεων μπορεί να εμποδίσει τις πόλεις να βελτιώσουν τις υποδομές ζωτικής σημασίας, να μειώσουν την εγκληματικότητα και να στηρίξουν την τοπική οικονομία τους. Εκείνες με τη μεγαλύτερη αύξηση του πληθυσμού κυρίως στην Αφρική και την Ασία θα δουν τους πόρους τους να εξαντλούνται και θα αντιμετωπίσουν τις περισσότερες προκλήσεις βιωσιμότητας.
Επισιτιστική ανασφάλεια και έλλειψη νερού
Η υποσαχάρια Αφρική έχει τη χειρότερη «βαθμολογία» στην έκθεση οικολογικής απειλής (ETR), η οποία μετρά την αύξηση του πληθυσμού μιας χώρας παράλληλα με την ευαλωτότητά της στην επισιτιστική ανασφάλεια, τις φυσικές καταστροφές και την έλλειψη νερού. Αρκετές πόλεις κατατάσσονται επίσης χαμηλά στους Παγκόσμιους Δείκτες Ειρήνης του IEP, οι οποίοι ποσοτικοποιούν το επίπεδο ειρήνης μιας χώρας σε σχέση με την κοινωνική και οικονομική ανθεκτικότητα.
Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται τρεις ταχέως αναδυόμενες μεγαλουπόλεις: Οι μητροπολιτικές περιοχές του Νταρ ες Σαλάμ, της Τανζανίας και του Ναϊρόμπι θα μπορούσαν να δουν τον σημερινό πληθυσμό τους να υπερδιπλασιάζεται στα 16,4 εκατομμύρια και 10,4 εκατομμύρια αντίστοιχα, ενώ ο πληθυσμός στη Λουάντα της Αγκόλα θα αυξηθεί κατά 62%, αγγίζοντας τους 14,6 εκατομμύρια κατοίκους.
Ωστόσο, ενώ περισσότερο από το ήμισυ του πληθυσμού της περιοχής θεωρεί ότι το έγκλημα και η βία είναι πιο επείγοντα από την κλιματική αλλαγή, η έκθεση τονίζει ότι η οικολογική υποβάθμιση, η βιωσιμότητα και οι συγκρούσεις είναι αλληλένδετα. «Η έλλειψη νερού συνδέεται στενά με την έλλειψη τροφής και με την υψηλή αύξηση του πληθυσμού σε περιοχές που βρίσκονται ήδη σε σύγκρουση και είναι ήδη μη βιώσιμες», λένε οι ειδικοί.
Η Νότια Ασία, η οποία φιλοξενεί την μεγαπόλη Αχμενταμπάντ στην Ινδία, έχει τη δεύτερη χειρότερη περιβαλλοντική βαθμολογία, σύμφωνα με την έκθεση. Πόλεις όπως αυτή εκτίθενται ολοένα και περισσότερο σε υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης, έλλειψης νερού και σε καταστροφικές καιρικές συνθήκες. Οι πολίτες που μετακινούνται ήδη όμως σε πολυσύχναστα κέντρα των πόλεων αναζητούν σταθερότητα και καταφύγιο από τις κλιματικές καταστροφές, δίνοντας έμφαση στις υποδομές και στην ικανότητα της κυβέρνησης να παρέχει θέσεις εργασίας και υπηρεσίες.
Στο Μπαγκλαντές, όπου η κυβέρνηση προβλέπει ότι ένας στους επτά πολίτες θα εκτοπιστεί λόγω της κλιματικής αλλαγής μέχρι το 2050, ο πληθυσμός της Ντάκα θα μπορούσε να αυξηθεί από 22,6 εκατομμύρια σε 34,6 εκατομμύρια, δοκιμάζοντας, μεταξύ άλλων, την υποδομή στέγασης της πόλης. «Οι άνθρωποι τείνουν να συρρέουν σε περιοχές που είναι οι φθηνότερες και πολύ συχνά πηγαίνουν στο πιο πυκνοκατοικημένο μέρη όπου μπορούν απλά να επιβιώσουν», λέει ο Κιλελέα. «Έτσι οι παραγκουπόλεις αυξάνονται ραγδαία»
Οι παράτυποι οικισμοί της Ντάκα – όπου το αποχευτικό δίκτυο είναι ανεπαρκές, το νερό λιγοστό και οι παράνομες γραμμές φυσικού αερίου και οι καυστήρες αυξάνουν τον κίνδυνο πυρκαγιών – έχουν επεκταθεί σε επικίνδυνες περιοχές κοντά στο νερό, με αποτέλεσμα οι κάτοικοί τους να κινδυνεύουν από τις πλημμύρες.
Τα «τσιμεντένια μεγαθήρια» της Δύσης
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι μεγαπόλεις σε χώρες υψηλότερου εισοδήματος είναι «ειδυλλιακές», ακόμα κι αν έχουν περισσότερους πόρους για να προσαρμοστούν στις ταχύτατες αλλαγές. Οι μητροπολιτικές περιοχές του Σικάγου και του Λονδίνου θα ξεπεράσουν και οι δύο τα 10 εκατομμύρια κατοίκους το 2050.
Η Νέα Υόρκη θα δει τον πληθυσμό της να αυξάνεται από 18,9 εκατομμύρια σε 22,8 εκατομμύρια. Πόλεις όπως το «Μεγάλο Μήλο» αντιμετωπίζουν αυξανόμενες απειλές από την υπερβολική ζέστη και τις καταστροφικές πλημμύρες που θα ασκήσουν πίεση στα γηρασμένα συστήματα αποχέτευσης και θα δημιουργήσουν ιδιαίτερα σημαντικούς κινδύνους για τις υποβαθμισμένες κοινότητες.
Οι ειδικοί ωστόσο λένε οτι υπάρχει ακόμη χρόνος για να θεσπίσουν βασικές αλλαγές πολιτικής οι πόλεις και για να μετριάσουν τους κινδύνους της άναρχης ανάπτυξης. Η έκθεση ζητά παρεμβάσεις όπως η συνεργασία μεταξύ κυβερνήσεων και ιδιωτικού τομέα και η δημοσιονομική αναδιάρθρωση για να δοθεί προτεραιότητα στο περιβάλλον.
Ο εφιάλτης της τρομοκρατίας
Μέσα στις επόμενες τρεις δεκαετίες, προβλέπει ο ΟΗΕ η αστικοποίηση, σε συνδυασμό με την αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, θα μεγιστοποιήσει τον αριθμό των κατοίκων που ζουν σε αστικά κέντρα. Για κάποιους, αυτές οι «πόλεις-γίγαντες» που θα στεγάσουν τους πολίτες του κόσμου, εγκυμονούν κινδύνους και έχουν να λύσουν εκατοντάδες σπαζοκεφαλιές και να γεφυρώσουν τεράστια φυσικά και κοινωνικοοικονομικά χάσματα.
«Οι κυβερνήσεις, οι βιομηχανίες και τα κεφάλαια που συσσωρεύονται, δημιουργούν μία τεράστια δυναμική στις μεγα-πόλεις του πλανήτη. Την ίδια στιγμή όμως τις καθιστούν πολύ πιο ευάλωτες στην τρομοκρατία, με τα συστήματα μεταφοράς και τις υποδομές τους να κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή» λέει ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ινδία, Ρίτσαρντ Βέρμα.
Μια ματιά στις κορυφαίες μεγα-πόλεις του κόσμου άλλωστε αποκαλύπτει ένα κοινό χαρακτηριστικό, ανεξάρτητα από τη γεωγραφική τους θέση ή το επίπεδο της οικονομικής τους ανάπτυξης, προσθέτει. Όλες τους έχουν θρηνήσει τρομοκρατικές επιθέσεις.
«Οι άνθρωποι στο Τόκυο, τη Τζακάρτα, τη Μανίλα, το Καράτσι, τη Νέα Υόρκη, τη Μπανγκόκ, την Κωνσταντινούπολη, το Λονδίνο έχουν δει από πρώτο χέρι τις φρικαλεότητες που μπορούν να προκαλέσουν οι τρομοκράτες» σημειώνει. Και αυτό εν μέρει γιατί είναι κατακερματισμένες, έχουν πολλά κέντρα και είναι δύσκολο να ελεγχθούν και να κυβερνηθούν αποτελεσματικά, σημειώνει.
Οι «πόλεις-κράτη» αλλάζουν τον τρόπο που ζούμε
Οι σύγχρονες μεγα-πόλεις όμως αλλάζουν τον κόσμο. Την ώρα που οι εθνικές κυβερνήσεις εξακολουθούν να δοκιμάζονται από τη λιτότητα, οι πολύ-πολιτισμικές, πολύ-λειτουργικές πόλεις-μεγαθήρια στην Ευρώπη, στην Αμερική και την Ασία γεννάνε ιδέες, συγκεντρώνουν κεφάλαια και ταλέντα και γίνονται «εργαστήρια» νέων τεχνολογιών. Ο πληθυσμός τους έχει πλέον ξεπεράσει το φράγμα του μισού πληθυσμού του πλανήτη, γεγονός που έχει πείσει ακόμη και τους πλέον δύσπιστους ότι το μέλλον μας είναι αστικό και οι πόλεις μπορεί να πετύχουν εκεί που αποτυγχάνουν τα κράτη και οι διεθνείς οργανισμοί.
Έναν αιώνα πριν μόλις 2 στους 10 κατοίκους της Γης ζούσαν σε πόλεις, ενώ το 1950 υπήρχαν μόνο δύο μεγα-πόλεις στον πλανήτη, η Νέα Υόρκη και το Τόκυο με την Πόλη του Μεξικού να εντάσσεται στη λίστα μόλις το 1975. Ο αριθμός τους έχει αυξηθεί σήμερα στις 33, με 14 ακόμη «σε αναμονή». Εξακολουθούμε να βιώνουμε μία πρωτοφανή και ραγδαία πληθυσμιακή μετατόπιση από τα αγροτικά προς τα αστικά κέντρα λένε οι ειδήμονες, σημειώνοντας ότι τα εκατομμύρια των νέων «αστών» θα ζουν κυρίως σε πόλεις του αναπτυσσόμενου κόσμου.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για τις πόλεις αυτές θα είναι η κάλυψη των αναγκών του αστικού πληθυσμού, κυρίως όσον αφορά τις υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης, τη στέγαση, τις υποδομές, τις μεταφορές, την ενέργεια και την απασχόληση. Ο Μπέντζαμιν Μπάρμπερ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης είναι πεπεισμένος ότι τα μεγάλα αστικά κέντρα, οι μεγα-πόλεις του παρόντος και του μέλλοντος, αποτελούν «εργαστήριο καινοτομιών». Σφύζουν από δημιουργικότητα, πλουραλισμό, κινητικότητα και ακτιβισμό, και αυτό γιατί δεν επιβαρύνονται από τα εμπόδια των κρατών-εθνών.
Οι σύγχρονες «παγκόσμιες πόλεις» καλούνται από τη μία να δημιουργήσουν πλούτο και θέσεις εργασίας, εξακολουθώντας να προσελκύουν τους δραστήριους και τους φιλόδοξους. Και από την άλλη να εξασφαλίσουν ευκαιρίες και οφέλη για όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους και όχι μόνο για την ελίτ. Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται πλέον είναι το εξής: «Πώς μπορούμε να βρούμε τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στην ανάπτυξη, την ποιότητα ζωής και την προστασία του κλίματος;»
«Η ιδανική μεγα-πόλη θα αποτελείται από πολλά αυτόνομα κέντρα» απαντάει ο Τόμας Λις, ειδικός αστικού σχεδιασμού στον κολοσσό Allianz «Οι άνθρωποι θα ζουν και θα εργάζονται στις περιφέρειές τους, εξοικονομώντας χρόνο και ενέργεια» τονίζει. Λιγότερα αυτοκίνητα, περισσότερος χώρος για τους πεζούς και ένα δίκτυο με χώρους πρασίνου που θα συνδέει τις διαφορετικές γειτονιές.
Αυτό το είδος της ανάπτυξης θα βελτιώσει το κλίμα και θα αφήσει περισσότερο χώρο για δραστηριότητες αναψυχής και παραγωγής τροφίμων» τονίζει. Και καταλήγει: Το κεντρικό νευρικό σύστημα της «έξυπνης πόλης» του αύριο θα βασίζεται στο διαδίκτυο: ηλεκτρική ενέργεια, μεταφορές, καθώς και συστήματα παροχής και διάθεσης θα είναι όλα ηλεκτρονικά συνδεδεμένα. Τα κτίρια θα παράγουν τη δική τους ηλεκτρική ενέργεια, θα μπορούν ακόμη και να την αποθηκεύουν, ενώ ο χώρος εργασίας και το σπίτι θα συγχωνευθούν…
Οι μεγαπόλεις με λίγα λόγια
* 33 μεγα-πόλεις, πόλεις με περισσότερους από 10 εκατομμύρια κατοίκους υπάρχουν σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο
*Οι 10 από τις νέες μεγαπόλεις που θα «αναδυθούν» μέσα στα επόμενα χρόνια βρίσκονται στην Ασία ή την Αφρική. Το ¼ των κατοίκων τους θα είναι παιδιά, ηλικίας κάτω των 15 ετών
*38 εκατομμύρια κατοίκους έχει η μητροπολιτική περιοχή του Τόκιο, η πιο πολυπληθής «μεγα-πόλη» στον κόσμο.
*Ακολουθεί το Δελχί με 25,7 εκατομμύρια, η Σαγκάη με 23,7 και η Πόλη του Μεξικού, το Μουμπάι και το Σάο Πάολο, με 21 εκατομμύρια περίπου η καθεμία.
* Το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού, περίπου 3,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι δηλαδή ζει σήμερα σε πόλεις ενώ μέχρι το 2046 οι κάτοικοι των πόλεων θα ξεπεράσουν συνολικά τα 6 δισεκατομμύρια.
*Το 12% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σήμερα σε μία μεγα-πόλη του κόσμου. Αυτό σημαίνει 470 εκατομμύρια άνθρωποι
* 200 χιλιάδες άνθρωποι την ημέρα (!) σε ολόκληρο τον κόσμο υπολογίζεται ότι μετακινούνται από την ύπαιθρο προς τα μεγάλα αστικά κέντρα.
* Στις αρχές του 19ου αιώνα, το Λονδίνο και το Πεκίνο ήταν οι μοναδικές πόλεις στον κόσμο με πληθυσμό μεγαλύτερο του ενός εκατομμυρίου. Σήμερα ξεπερνούν τις 450.
Πηγή...